Τετάρτη 2 Μαΐου 2012

Πόρνη αλήθεια...

Με λένε Αλήθεια. Όλοι με αποζητούν, αλλά μόλις με κοιτάζουν, αποστρέφουν το βλέμμα τους σαν να είδαν ένα τέρας. Η κατάρα μου, προφανής. Όλοι με κοιτάζουν, εκεί είμαι άλλωστε, μπροστά τους, αλλά ποτέ κανείς δεν είναι σε θέση να εξηγήσει αυτό που βλέπει. Άλλοι με μελετάνε, βγάζουν απόψεις για εμένα. Άλλοι με βλέπουν στον ύπνο τους και ξυπνούν ιδρωμένοι. Στα όνειρά τους πάντα θα μείνω απόμακρη. Γιατί μόλις ξυπνήσουν, κοιτάζουν και πάλι αλλού. Άλλοι πάλι, ισχυρίζονται ότι με κρατούν κλειδωμένη σε ένα σεντούκι να μιλάω μόνο για αυτούς. Θα με κατέστρεφαν, αν υποψιάζονταν ότι δεν είμαι μόνο δική τους. Και ο κόσμος τους ακολουθεί, προτιμώντας να με αγνοήσει, και ας είμαι πάντοτε εκεί, να με δουν μπροστά τους. Εγώ, πάντοτε σιωπηλή. Τι να πω άλλωστε; Μιλάνε πάντα οι άλλοι για εμένα. Όλοι με γνωρίζουν προσωπικά, και ας μη με ρώτησε ποτέ κανείς το όνομα μου. Και υπάρχουν πάντα αυτοί, που έρχονται να με βιάσουν καθημερινά. Μια δωρεάν πόρνη...

Από την εποχή που πρωτοεμφανίστηκε ο Άνθρωπος στη γη, κοίταζε ψηλά για να με βρει. Ήμουν εκεί μπροστά του, τον παρακαλούσα, τον ικέτευα να με δει, αλλά αυτός τυφλός, συνομιλούσε με το υπερπέραν. Άκουγε τον Θεό του, τη λογική του, το ένστικτο του, όλα για βρει αυτό που ήταν μπροστά του...

Έβλεπε μόνο την αδερφή μου, την Ελπίδα. Αυτή λάμπει, κάθε μέρα. Αυτή τους δίνει δύναμη, πίστη, όπλα για να έρθουν τάχα να με βρουν. Ονομάζουν τα παιδιά τους προς τιμή της. Αυτή τρέφει τον Έρωτα και Οργή, ακόμα και την Απελπισία (γιατί πώς μπορείς να έχεις απελπισία, αν δεν έχεις ελπίδα;). Αυτή τους λέει ψέματα ότι με βρήκαν, και ας κάθομαι μπροστά τους να κάνω νοήματα. Για να με δουν αρκεί απλώς να ορθώσουν το βλέμμα τους. Αυτή είναι εκεί για όλους τους, κλέβοντας με τη λάμψη της τα πάντα, και αφήνοντας εμένα για πάντα στη σκιά της. Η Ελπίδα βλέπετε μιλάει, εγώ πάντοτε αμίλητη.

Ένας λαός, κάποτε, εκεί στην άκρη της Μεσογείου με αναζήτησε. Για 300 χρόνια κάτι σοφοί με έψαχναν. Χαμήλωσαν το βλέμμα τους από τον ουρανό, στράφηκαν μακριά από τα πρωτόγονα αισθήματα τους και προσπάθησαν να με βρουν. Αυτοί είδαν τη σκιά μου. Μάταια, η Ελπίδα πάντα είχε τον τρόπο της να λάμπει πιο δυνατά όσο με πλησίαζαν οι άνθρωποι. Με έχασαν, σαν βρήκαν την Δύναμη και κατόπιν τον Θεό, για ψάξουν να με βρουν πάλι κάτι Γάλλοι, και κάτι Γερμανοί πριν 200 χρόνια. Πόσες θεωρίες, θεωρήματα, πόσα μαθηματικά, για κάτι τόσο αυταπόδεικτο… Στη δίνη του πολέμου με είδαν κάποιοι στρατιώτες, λίγο πριν ξεψυχήσουν. Ίσως η μοίρα μου είναι τελικά να με βλέπουν οι άνθρωποι όταν πια δεν έχει σημασία. Όταν τους έχει εγκαταλείψει για τα καλά η Ελπίδα. Μέχρι και κόμικ έγινε από κάτι Έλληνες η αναζήτηση μου, και πουλήθηκε σε όλο τον κόσμο. Γέλασα, με είδαν! «ΕΔΩ ΕΙΜΑΙ, λάμπω και εγώ».

Στην μικρή χώρα που με έψαξε πρώτη, εκεί βλέπω την Ελπίδα να λάμπει όλο και λιγότερο. Πήγα, ήθελα να με δουν. Φρίκη! Αντί για εμένα βρήκαν οργή. Βρήκαν και πάλι ένστικτο, τιμωρίες, Θεούς και Κολάσεις. Ακόμα και αυτοί που έγραψαν το κόμικ μιλάνε, όχι για μένα, αλλά για την άλλη αλήθεια, αυτή που οι ίδιοι κατέχουν. Γύρισαν εκεί που ήταν πολύ πριν ψάξουν να με βρουν. Έφυγα. Εδώ, δε με θέλει κανένας, αν δεν είμαι μόνο δική του!

Ο κόσμος θα καταστραφεί κάποτε, το σύμπαν θα σμικρύνει σε έναν κόκκο, για να αναγεννηθεί και πάλι. Εγώ, αθάνατη θα είμαι εκεί. Πάντοτε να βλέπω, διαθέσιμη να με βλέπουν και πάντοτε καταραμένη, αόρατη.

Καληνύχτα Ελλάδα. Εσύ τουλάχιστον, κάποτε με έψαξες.

Παρασκευή 27 Απριλίου 2012

Με λένε Γιώργο. Δεν φτάνει να είμαι Έλληνας



«Όλοι οι πολιτικοί οι ίδιοι είναι». «Αποχή είναι μόνη λύση». «Ανατροπή του Μνημονίου». «Λαϊκοί Αγώνες». «Μονόδρομος το Μνημόνιο» «Επανδιαπραγμάτευση».

Βαρεθήκατε; Και εγώ! Οι πολιτικοί και οι αγωνιστές χρησιμοποιούν λέξεις. Τις ίδιες, επαναλαμβανόμενες, βαρετές, κενές, ανούσιες λέξεις. Με λέξεις δεν αλλάζει ο κόσμος.

Αγανάκτησα με τόση αγανάκτηση. Δεν οδηγεί πουθενά, παρά μόνο σε μεγαλύτερη αγανάκτηση. Τι χρειαζόμαστε δηλαδή για να ξαναστήσουμε αυτή τη χώρα στα πόδια της; Ιδιαίτερη πρόσκληση; Μνημόνιο; Τον Τσίπρα; Αυτά που πρέπει να γίνουν πραγματικά είναι αυτά που δεν χρειάζονται λεφτά. Εμπιστοσύνη χρειάζονται και κοινωνικό συμβόλαιο.

Χρειάζονται λαϊκοί αγώνες ή μνημόνιο για να μας πουν ότι παιδεία δεν μπορεί να υπάρξει όσο οι καθηγητές στα λύκεια σκέφτονται τη δουλειά τους στα ιδιαίτερα ή στο φροντιστήριο περισσότερο από την τάξη; Όσο πανεπιστημιακοί βάζουν τους φοιτητές να γράφουν τις δικές τους δημοσιεύσεις, για να εξασφαλίζουν θέση;  Όσο φοιτητοπατέρες αποδεικνύουν ότι η κομματική οργάνωση είναι σημαντικότερη από το διάβασμα;  Όσο λείπει νομοθεσία που να επιτρέπει ΚΑΙ τα ιδιωτικά πανεπιστήμια, μπας και έρθει κανένας βαλκάνιος φοιτητής, και δημιουργηθεί λίγος ανταγωνισμός με τα δημόσια;  

Χρειάζονται λαϊκοί αγώνες ή μνημόνιο για να μας πουν υγεία δεν γίνεται με τόση κακοδιαχείριση στα νοσοκομεία; Με διοικητές κομματικούς υπαλλήλους, που διορίζονται για να πλουτίσουν, αφήνοντας τους γιατρούς χωρίς εργαλεία, κλινικές χωρίς γιατρούς, και γενικότερη αίσθηση ατιμωρησίας που οδηγεί στο φακελάκι; Ότι αν φοράγαμε μια κωλοζώνη, ένα κράνος και δεν κάναμε σφήνες, τα νοσοκομεία δεν θα ήταν γεμάτα, το κράτος θα γλύτωνε λεφτά και εμείς την υγεία μας;

Ότι το μόνο πράγμα που έχουμε να πουλήσουμε στο εξωτερικό είναι τουρισμός, αλλά δεν γίνεται, αφού κάθε τρείς και πέντε, ναυτεργάτες, πουλμανατζήδες και ταξιτζήδες κλείνουν το λιμάνι και το αεροδρόμιο; Ότι δεν θα σταματήσει η διαφθορά όσο μια νέα επιχείρηση χρειάζεται εκατοντάδες υπογραφές;

Ότι η αστυνομία δεν είναι μόνο για να παίζει κυνηγητό με τους λαθρομετανάστες και τους κουκουλοφόρους; Ότι οι φαντάροι στο στρατό δεν είναι μόνο για καθαρίστριες, και έτσι και πιάσουν όπλο θα τιναχτεί στα χέρια τους;

Ότι ο συνδικαλισμός, δεν μπορεί να αποτελείται μόνο από μελλοντικούς υποψήφιους βουλευτές, γιατί τότε δεν είναι και πολύ συνδικαλισμός;

Όλοι είμαστε ο ένας εχθρός του άλλου. Και όλοι εχθροί με το κράτος, και αυτό μαζί μας. Είναι κοινωνία με πιθανότητες επιβίωσης αυτή;  Τόσο πολύ μας αλλοτρίωσε το χρήμα και η τηλεόραση, που πλέον δεκάρα δεν δίνουμε αν ο άλλος ζει ή πεθαίνει; Δεν κατανοούμε ότι αν δεν κάνουμε ΚΑΤΙ για την κοινωνία, τότε ούτε αυτή δεν θα κάνει ποτέ για εμάς;

Από σήμερα, σταματάω να βρίζω, να κριτικάρω, να φωνάζω. Θα πληρώσω το χαράτσι, αλλά θα γράφω και μια ώρα κάθε μέρα σε ένα μπλόγκ, για ιδέες που μπορούν να αλλάξουν την κοινωνία μου. Θα βγω στο δρόμο όταν απειληθεί όχι μόνο η ελευθερία μου, αλλά και αυτή του διπλανού μου, που είμαστε τσακωμένοι. Θα συμμετέχω στα κοινά, με ψήφο και θέση, και δεν θα ξαναφήσω κανένα Καραμανλή ή Παπανδρέου να πάρει την τύχη μου στα χέρια του εν λευκώ. Θα είμαι ο χειρότερος εχθρός της απάθειας, της αφωνίας. Θα δουλέψω διπλά πιο σκληρά,. και αν με απολύσουν, θα γυρίσω τα πάντα τούμπα, αλλά θα επιβιώσω. Θα φέρω ένα παιδί στον κόσμο, και θα του μάθω πρώτα από όλα γράμματα, και αξίες. Όχι iPhone και ταινίες. Θα συμμετέχω, και θα πολεμήσω να δώσω ξανά σημασία σε λέξεις κλισέ όπως «Ιδέες», «Ιδανικά», «Ανθρωπισμός», «Ιστορία» «Φιλοσοφία» «Επιστήμη» «Τέχνη». Θα πολεμήσω, με ο,τι δυνάμεις και όπλα έχω. Θα πολεμήσω όπου, και όποτε χρειαστεί. Δεν θα υποχωρήσω ποτέ ξανά.   

Η κοινωνία μου με χρειάζεται, και εγώ οφείλω να είμαι εκεί.

Με λένε Γιώργο, αλλά δεν φτάνει να είμαι Έλληνας. Από σήμερα μέχρι να πεθάνω, θα είμαι και ΠΟΛΙΤΗΣ!

Πέμπτη 19 Απριλίου 2012

Η Λοταρία της Βαβυλώνας και οι εκλογές


Ένα πρωινό του 2005, ο Ντέιβιντ Τσό, 28 ετών, επιτυχημένος graffiti artist, πήρε ένα τηλεφώνημα. Μπήκε στο αυτοκίνητο του και επισκέφτηκε μια  εταιρία στο Palo Alto της Καλιφόρνια. Ο, ιδιόρρυθμος, ιδιοκτήτης του ζήτησε να καλύψει με graffiti μερικούς τοίχους της εταιρίας. Ο καλλιτέχνης ζήτησε μερικές χιλιάδες δολάρια, και ο ιδιοκτήτης του έδωσε την δυνατότητα να πληρωθεί με μετοχές της, νεοσύστατης, εταιρίας. Ο καλλιτέχνης, διστακτικά, δέχθηκε. Οι μετοχές του στην εταιρία, Facebook Inc, στοιχίζουν πλέον $100εκ. Αν σκεφτεί κανείς ότι ο Μιχαήλ Άγγελος, ο Λεονάρντο Ντα Βίντσι, ο Μότσαρτ, ο Μπετόβεν, ο Καρτέσιος, και ο Σωκράτης πέθαναν στην ψάθα, σε πιάνει θλίψη. Είναι όμως έτσι;

Στην σύντομη ιστορία του, «η Λοταρία της Βαβυλώνας» ο Χ.Λ. Μπόρχες περιγράφει μια φανταστική Βαβυλώνα, στην οποία οι άνθρωποι υπόκεινται σε μια αέναη λοταρία. Ξεκίνησε σαν απλή λοταρία. Αλλά μετά αποφάσισαν να βάλουν πρόστιμο για τον κακό κλήρο, και να διπλασιάσουν την αμοιβή για τον καλό. Έτσι πολλαπλασιάστηκαν οι πωλήσεις, καθώς η ιδέα της τιμωρίας, μαζί με τις υψηλές αμοιβές δημιουργούσε ενδιαφέρον. Όλη η κοινωνία έπαιζε. Αργότερα, οι φτωχοί επαναστάτησαν, απαιτώντας και αυτοί το δικαίωμα να παίζουν. Η λοταρία έγινε δημόσια, δωρεάν και υποχρεωτική.  Αν τραβήξεις καλό κλήρο, θα περάσεις το χρόνο σου πλούσιος, ή ισχυρός, ή ιερέας. Με κακό κλήρο, θα περάσεις το χρόνο δούλος, φτωχός, θυσία στο θεό, ακρωτηριασμένος… Οι Βαβυλώνιοι έδωσαν τις ζωές τους στην τύχη. Και οι μόνοι πάνω από την τύχη, πανίσχυροι και μυστικοί, οι υπάλληλοι της εταιρίας που διεξήγαγε τη λοταρία. (Στο τέλος του διηγήματος, ο Μπόρχες αναρωτιέται αν τελικά υπήρχε εταιρία…)

Η μαγεία της ιστορίας δεν έγκειται στην λοταρία, μια μεταφορά για το ρόλο της τύχης στη ζωή, αλλά στην μεταμόρφωση. Μια απλή κοινωνία, έγινε κοινωνία τζογαδόρων που ρισκάρουν με την ίδια τους τη ζωή. Γιατί η πιθανότητα να κερδίσουν πολύ, έκανε τους ανθρώπους απρόσεκτους με τη ζωή και τους κινδύνους.

Από τη δεκαετία του ’50, η τηλεόραση μπήκε στην καθημερινότητα μας. Μπορούσαμε πλέον να βλέπουμε βίλες, γιοτ, εξωτικά τοπία. Και η ζωή μας απέκτησε μεγαλύτερο ρίσκο. Μπήκαμε στην τράπεζα και πήραμε το δάνειο που θα μας επέτρεπε να ζήσουμε ωραιότερα. Τράπεζες και οι κυβερνήσεις βρήκαν νέους τρόπους να μας δίνουν όλο και περισσότερα δάνεια, όλο και περισσότερο ρίσκο. «Μόχλευση»…. Παλιά, για ένα πλούσιο, θα υπήρχαν εκατό φτωχοί που θα πέθαιναν στο δρόμο. Πλέον για κάθε σούπερ πλούσιο, θα υπήρχαν χιλιάδες.

Το 2008, η ιστορία έλαβε τέλος, οι μουσικές καρέκλες έπαψαν να παίζουν. Όσοι έγιναν πλούσιοι, προσπαθούν να διατηρήσουν τη θέση τους, και οι υπόλοιποι έφτασε η ώρα να πληρώσουν το λογαριασμό. Η λοταρία έσπασε, γιατί η ανθρώπινη κοινωνία δεν αποδέχτηκε ενιαία τους ίδιους όρους της παγκοσμιοποίησης.
Ακόμα και σήμερα όμως υπάρχουν παράγωγα (χρηματιστηριακός «αέρας» δηλαδή) που καλύπτουν 10 φορές το παγκόσμιο ΑΕΠ.

Αυτή ήταν η ιστορία της ζωής μας. Η ιστορία μιας λοταρίας. Τώρα τελείωσε. Μπορούμε να αναζητήσουμε συνομωσίες,  να δώσουμε δύναμη στα άκρα για να τιμωρήσουμε τους σκοτεινούς μας αντιπάλους, να φωνάξουμε, να κλάψουμε, να οργιστούμε. Αυτός ο τρόπος ζωής πάντως δεν θα επιστρέψει. Και κάποτε θα πρέπει να αποφασίσουμε να σταθούμε στα πόδια μας. Όταν το αποφασίσουμε, αυτή θα είναι και η ενηλικίωση της γενιάς μας. Η ψήφος μας σε λίγες μέρες αυτό θα δείξει. Αν θα κάνουμε τη ζωή μας λοταρία, ή αν πλέον αποφασίσουμε σαν πολίτες να ξανασταθούμε στα πόδια μας. Καμία θεωρία, κανένα σχέδιο και κανένας νόμος, δεν μπορεί να υποκαταστήσει την ανθρώπινη δυναμική για αυτοδιάθεση. Η ζωή μας είναι στα χέρια μας. Και στο χέρι μας είναι αν θα την (ξανα)δώσουμε στην επόμενη λοταρία.

Τρίτη 21 Φεβρουαρίου 2012

Φρέσκα κουλούρια….


Τα τελευταία τρία χρόνια, οι κεντρικές τράπεζες έχουν καταφύγει στην παροχή αρκετών $τρίσ στις αγορές, προκειμένου να διασφαλίσουν το χρηματοπιστωτικό σύστημα από τις συνέπειες της κατάρρευσης του την περίοδο 2007-2008. Αυτή η πρακτική έχει πλέον αναχθεί σε ιδεολογικό πόλεμο. Φορολογούμενος εναντίον κράτους. Και εκεί, εκκολάπτεται μια σημαντική παρεξήγηση.

Το κράτος δεν είναι εχθρός. Είναι το περιβάλλον στο οποίο λειτουργεί και αναπνέει φυσικά μια κοινωνία.

Ο κρατισμός είναι το πραγματικό καρκίνωμα για την κοινωνία. Ο κρατισμός μπορεί να συνοψισθεί στην αποδοχή των πολιτών ότι το κράτος πρέπει, και οφείλει να διαδραματίζει       σημαντικό ρόλο στην όποια συνδιαλλαγή τους με την υπόλοιπη κοινωνία. Η αποδοχή δηλαδή ενός κράτους-«νταβατζή». Ο κρατισμός αφαιρεί από τον πολίτη την δυνατότητα της δημιουργίας και την εναποθέτει πλήρως στα χέρια των εκπροσώπων του. Του αφαιρεί την πρωτοβουλία που είναι απαραίτητη για κάθε μορφής πρόοδο και τον μαζικοποιεί..

Αφαιρώντας το καρκίνωμα, τον κρατισμό, κάποιος πρέπει να είναι προσεκτικός να μην σκοτώσει τον ασθενή (κράτος και κοινωνία). Σε αυτήν την αποτυχία συνίσταται ο κίνδυνος της αναρχίας και της συνεπαγόμενης ανόδου του ολοκληρωτισμού.

Η μάχη είναι πρώτα από όλα ιδεολογική. Οι θεωρίες του Άνταμ Σμίθ, ο οποίος συνέδεσε την ελευθερία του «επιχειρείν» με την προσωπική ελευθερία, έχουν στην πράξη καταργηθεί από τις μοντέρνες κοινωνίες. Από το 1848, η ακραία εφαρμογή των θεωριών αυτών είχε οδηγήσει στις πρώτες κοινωνικές εκρήξεις την Ευρώπη και κατά συνέπεια στην συγγραφή του «Κεφαλαίου» αλλά και του «Κομμουνιστικού Μανιφέστου». Άλλωστε ο Σμίθ μιλούσε κυρίως για την ελευθερία του «επιχειρείν», όχι για την πλήρη απομάκρυνση του κράτους από κάθε έκφανση της κοινωνικής ζωής (υγεία, παιδεία, ασφάλεια, αγαθά κοινής ωφέλειας), όπως υποστηρίζουν οι νεοφιλελεύθεροι επίγονοι του, με πρωταγωνιστή τον Μ. Φρίντμαν.

Το πρόβλημα της ιδεολογικής διένεξης μεταξύ των νεοφιλελεύθερων (ανοιχτή αγορά) και των αναπτυξιακών οικονομολόγων (πιο ελεγχόμενη αγορά), οφείλεται τελικά στην διαφορά του ορισμού του κοινωνικού καλού. Για τους νεοφιλελεύθερους, η μέγιστη κοινωνική ωφέλεια συνοψίζεται στην δυνατότητα ενός ανθρώπου να πλουτίσει απερίσπαστα. Αντίθετα, στη λογική του Κέινς ή του Νας, το συνολικό κοινωνικό καλό, πρέπει να λαμβάνεται υπ’οψιν στον καθορισμό των κανόνων που διέπουν το κράτος και τον πολίτη, άρα στο κοινωνικό συμβόλαιο.

Στο μεν πρώτο συλλογισμό, το πρόβλημα είναι σαφές. Ο διαχωρισμός ατόμου και κοινωνίας, είναι επικίνδυνος για την ίδια την ύπαρξη της κοινωνίας. Και στον δεύτερο όμως υπάρχει ένα πρόβλημα. Ποιος ορίζει το κοινωνικό καλό, σε κάθε χρονική περίσταση; Είναι αρκετό να εκλέγεις αντιπροσώπους, οι όποιοι σε οποιοδήποτε σύστημα έχουν αποδεδειγμένα αποκαλύψει τις ανεξάντλητες δυνατότητες διαφθοράς τους; Έχει πραγματική ισχύ ένα σύστημα το οποίο υπόσχεται τη ΔΥΝΑΤΟΤΗΤΑ πλουτισμού σε όλους, ανεξαρτήτως τάξης (στη θεωρία), αλλά  δεν μεριμνά για αυτούς που, αναπόφευκτα, δεν θα τον πετύχουν; Και πρέπει να αντικατασταθεί από ένα σύστημα όπου κάποια κεντρική εξουσία, υποκείμενη σε κάθε είδους διαφθορά και διαπλοκή, ορίζει τι είναι σημαντικό για το κοινωνικό καλό;

Το πρόβλημα δεν είναι στις θεωρίες. Είναι στην ηλικία των συμμετεχόντων στο debate. Ο Σμίθ έζησε δύο αιώνες πίσω. Ο Μάρξ ενάμιση. Ο Κέινς, άφησε τα κοκαλάκια του το 1946. Ο Φρίντμαν, πέθανε πλήρης ημερών το 2007, σε ηλικία 94 ετών. Ο Χάγιεκ πέθανε το ’92. Ο Νας, είναι 84 ετών, με ιστορικό ψυχασθένειας. Οι άνθρωποι αυτοί μιλούσαν για άλλες κοινωνίες, όχι για τον παγκοσμιοποιημένο 21ο αιώνα. Όχι για έναν κόσμο με μεγάλα ποσοστά μόχλευσης στο χρηματοπιστωτικό σύστημα. Όχι για έναν κόσμο με την δύναμη στις αναδυόμενες αγορές.

Το πρόβλημα είναι ότι εμείς όλοι, ασχοληθήκαμε τόσο με επαναστάσεις, πολέμους, και την καινούρια 3D τηλεόραση, που σταματήσαμε να παράγουμε ιδέες για το πώς θα γίνει ο κόσμος καλύτερος. Αντιδρούμε, αντί να δρούμε. Και ότι, τελικά, πάνω στην κρίση που υπάρχει ανάγκη κατεύθυνσης, ο ιδεολογικός πόλεμος, διεξάγεται με σκουριασμένα όπλα.

Δεν ξέρω ποια είναι η λύση τελικά. Αλλά ξέρω αυτό: «ΦΡΕΣΚΑ ΚΟΥΛΟΥΡΙΑ ΚΟΥΛΟΥΡΑ!»

Τετάρτη 15 Φεβρουαρίου 2012

Βλακώδης βία...

Η βία, είναι στην τελική ένας τρόπος να τραβήξουμε την προσοχή. Όσο δεν παράγει νεκρούς, και απλώς σπασμένα καταστήματα, κάποιοι μπορούν να ισχυριστούν ότι πετυχαίνουν το σκοπό τους. Ήδη, δεκάδες άρθρα σε όλο τον κόσμο στρέφουν την προσοχή των αναγνωστών στην Ελλάδα. Το πρόβλημα δεν είναι η βία. Η βια είναι μέσο για κάτι. Λεφτά, δημοσιότητα, ξέσπασμα...

Το πρόβλημα είναι οτι φωνάζουμε σαν τα παιδάκια, για προσοχή. Το πρόβλημα είναι ότι παρά τις ξεκάθαρες προσπάθειες των "εταίρων" μας να μας θυσιάσουν στο βωμό των αγορών (τι κουτοί θεέ μου... λες και μόλις καταστραφεί η Ελλάδα οι αγορές θα ηρεμήσουν με τις υποσχέσεις τους) εμείς δεν ΠΡΟΕΤΟΙΜΑΖΟΜΑΣΤΕ για ένα κράτος δραχμής. Ο φόβος έγινε τελικά δράση, αλλά δράση βίας.

Το πρόβλημα της βίας είναι οτι είναι απλώς η λάθος αντίδραση. Σε μια οικονομία που ήταν στημένη λάθος από την αρχή, στο πελατειακό κράτος, στην φοροαποφυγή επιχειρηματιών, στη μαφία, στα διαπλεκόμενα, στα ναρκωτικά. Το πρόβλημα είναι ότι 2 χρόνια έχουμε σταματήσει να σχεδιάζουμε ένα μέλλον προσπαθώντας να μείνουμε ζωντανοί. Αντίθετα, οι Γερμανοί κερδίζουν χρόνο και προετοιμάζονται για μια διάσπαση της Ευρωζώνης.

Η βία, είναι όργανο, αλλά όργανο του βλάκα. Η προετοιμασία, ο σχεδιασμός, η στρατηγική και η τακτική, όλα μέρος ενός οράματος για το που ΜΠΟΡΕΙ να είναι η Ελλάδα σε 10 χρόνια. Αυτό λείπει. Αν είχαμε κάτι τέτοιο, δεν θα χρειαζόμασταν καν το Ευρώ. Οι αγορές τις αδυναμίες χτυπάνε, και εμείς κάναμε τους εαυτούς μας αδύναμους.

Δεν καταδικάζω τη βια γιατί είναι αντιδημοκρατική (που δεν είναι απαραίτητα). Την καταδικάζω γιατί είναι βλακώδης σπατάλη χρόνου, και πόρων. Γιατί φωνάζει «είμαι αβοήθητος», αντί μιας στρατηγικής που θα φωνάζει «δεν θα με αγγίξετε». Γιατί δεν αλλάζει τίποτα!

Δευτέρα 13 Φεβρουαρίου 2012

Το μάταιο (αυτής) της αντίστασης


«Εδώ είναι η Σπάρτη» φωνάζει ο Λεωνίδας, και πετάει τον Πέρση απεσταλμένο, (τον καταπληκτικό Peter Mensah), στο πηγάδι. Εν συνεχεία, παίρνει 300 παλικάρια διαλεγμένα για τους διαγραμμισμένους κοιλιακούς τους, και πάει να αντιμετωπίσει το τέρας, που όπως μας λέει το Χόλυγουντ τον είδε και περιορίστηκε στο να του κάνει μασάζ... Αυτή είναι η παράδοση μας, η ιστορία που σαν παραμυθάκι μαθαίνουν όλα τα παιδιά στη χώρα μας. Αντίσταση στον τύραννο, ακόμα και με κόστος της ζωής μας.

Πάτε τώρα μια βόλτα σε μια πορεία του σήμερα. Αν ο Λεωνίδας θυσιάστηκε ώστε να ενωθούν οι Έλληνες και να πολεμήσουν τους Πέρσες οργανωμένα, το ηθικό δίδαγμα της ιστορίας χάνεται στα CGI του Χόλυγουντ, και στις τάξεις άπειρων και κακοπληρωμένων μέχρι εξαθλίωσης δασκάλων. Η αντίσταση γίνεται αυτοσκοπός. Χωρίς οργανωμένο σχέδιο ανάκαμψης και με βαθιά διαίρεση ανάμεσα μας. Το δοκιμάσαμε και παλιότερα, αλλά η ιστορία έθαψε τα Ορλωφικά πολύ βαθύτερα από τις Θερμοπύλες.

Την Παρασκευή είδα πολλές πορείες ανεξάρτητες, ώστε να περιφρουρηθούν. Ανοργάνωτους απλούς ανθρώπους μπροστά στη βουλή να φεύγουν σαν τα γελάδια μπροστά στους αρματωμένους μέχρι τα δόντια αστυνομικούς, που είχαν στηθεί από νωρίς, φορώντας τις μάσκες τους και κάνοντας μανούβρες, Αμαλίας και Ξενοφώντος γωνία. Αστυνομικούς που ποδοβόλησαν πολίτες που έφευγαν μπροστά τους, συνέλαβαν πιτσιρίκια που τα έκανα και εγώ καλά, και χθες κάθονταν απαθείς μπροστά σε μια Αθήνα που παραδιδόταν στις φλόγες και στην αναρχία.  Άλλοι πολίτες τους έβριζαν, άλλοι έβριζαν τους βουλευτές, και άλλοι βρίζονταν μεταξύ τους. Είδα και τους «μπαχαλάκηδες» πολύ βολικά να εμφανίζονται με το που πύκνωνε ο κόσμος. Μια φορά δεν εμφανίστηκαν, και οι βουλευτές δεν μπορούσαν να φύγουν από το μαγαζί. Χάος, διαίρεση και ίντριγκα, ακόμα και στη διαμαρτυρία.

Τι νόημα έχει να σηκώνεις κεφάλι όταν δεν είσαι έτοιμος; Χωρίς σχέδιο, οργάνωση και αιφνιδιασμό. Χωρίς όραμα για το πού πρέπει επιτέλους να πάει αυτή η κοινωνία; Χωρίς να προσπαθήσεις έστω να αναδείξεις ηγέτη. Με τον καθένα μας να ονειρεύεται λαούς να τον ακολουθούν στις ηρωικές τους προσπάθειες να σώσει την Ελλάδα; Που μόνο ως Λεωνίδας θα πολέμαγε, ποτέ ως οπλίτης; Πως θα απαντήσουμε στο τι νόμισμα θέλουμε, όταν δεν μπορούμε να απαντήσουμε τι χώρα θέλουμε; Βλέπουμε εχθρούς στον Σόιμπλε, το Ρέσλερ και τη Μέρκελ, στους Αμερικανούς και τους Εγγλέζους, και δεν βλέπουμε τον μεγαλύτερο: τον κακό εαυτό μας.

Η Σπάρτη, η Αθήνα,  ο Λεωνίδας, ο Κολοκοτρώνης, όλες οι φιγούρες μας δίδαξαν ότι η αντίσταση φέρνει αποτέλεσμα μόνο με σχέδιο. Μόνο με οργάνωση. Το θέαμα την Παρασκευή ήταν αποκαρδιωτικό. Και μέσα, αλλά κυρίως έξω από το μεγάλο μπεζ κτήριο. Ας διαμαρτυρηθεί ο κόσμος όσο θέλει. Αλλά ας βάλουμε επί τέλους κάτω τα πράγματα και ας πάμε προς μια κατεύθυνση. Γιατί το μοναδικό πράγμα χειρότερο από κακό καπετάνιο, είναι το άδειο τιμόνι. Αυτό που το παίρνει κάθε μούτσος (ή λοχίας), και σε πάει στο δικό του προορισμό…

Τετάρτη 8 Φεβρουαρίου 2012

Γιατί δεν αλλάζουμε;

«Η χώρα που δεν έχει ανακαλυφθεί, από την οποία κανείς ταξιδιώτης δεν επιστρέφει, προβληματίζει τη θέληση και μας αναγκάζει να υποφέρουμε τα δεινά που έχουμε, παρά να πηγαίνουμε σε άλλα που αγνοούμε. Έτσι η συνείδηση μας κάνει όλους δειλούς»

Άμλετ, Σκηνή 3, Πράξη 1

65 δισ. χρόνια πριν, ένας μεγάλος κομήτης έπεσε στη γη. Οι δεινόσαυροι εξαφανίστηκαν, ενώ μικρά θηλαστικά, με προσαρμοστικές δυνατότητες επέζησαν. Κάποτε αυτά εξελίχθηκαν σε ανθρώπους. Ο άνθρωπος έχει το χάρισμα της γρήγορης εξέλιξης. Σε λιγότερο από 100.000 χρόνια εξελίχθηκε από  Νεάντερταλ σε Λεονάρντο Ντα Βίντσι. Σε λιγότερο από 100 χρόνια βγήκε από το σκοτάδι του μεσαίωνα, για να φτιάξει την αναγέννηση.

Η Ελλάδα σήμερα απειλείται πολύ σοβαρά με εξαφάνιση. Και όμως είναι εμφανές σε όλους ότι τα συστατικά στοιχεία της ανθρώπινης επιβίωσης, η προσαρμογή και η εξέλιξη, απουσιάζουν τελείως από την ελληνική κοινωνία. Το ερώτημα λοιπόν που πρέπει να θέσουμε είναι το εξής: «γιατί δεν αλλάζουμε»?

Η απάντηση, είναι τελικά εκπληκτικά απλή:  

(1)    Γιατί η συνταγή είναι λάθος. Όχι η συνταγή του μνημονίου. Αυτό δεν θα το μάθουμε ποτέ αφού δεν το εφαρμόσαμε. Η ιδέα της συνταγής, ότι ο εταιρικός φιλελευθερισμός συνεπάγεται και πολιτικό και πολιτισμικό φιλελευθερισμό, είναι αποδεδειγμένα λάθος. Αποδείχτηκε λάθος μετά τη βιομηχανική επανάσταση, όπου η καταπάτηση των δικαιωμάτων των εργατών έφερε τις επαναστάσεις του 1848 και εν τέλει το κομμουνιστικό δόγμα. Αποδείχτηκε λάθος όταν έγινε αντιληπτό ότι εταιρίες περιμένουν μεγάλες ανθρωπιστικές καταστροφές για να επενδύσουν σημαντικά και να αλλάξουν το status quo, ανεξάρτητα από την θέληση των πολιτών. Αποδείχτηκε λάθος όταν το 2008 όλες οι τράπεζες παγκοσμίως προσέφυγαν στα λεφτά των φορολογουμένων για να σωθούν. Το «μαγικό χέρι της αγοράς» αποδείχτηκε μύθος. Μαγικά, άλλωστε, τάζουν μόνο στους ιθαγενείς και στα παιδιά. Όταν ο τελικός στόχος ενός κοινωνικού συστήματος είναι η κοινωνική ειρήνη και πρόοδος, και όχι ο ατομικός πλουτισμός, τότε ο άκρατος φιλελευθερισμός αποτελεί λάθος συνταγή.
(2)    Γιατί η αντίδραση πάντα προηγείται της αλλαγής. Αλλά και να θέλει να αντιδράσει κανείς δεν μπορεί. Γιατί ο χώρος της αντίδρασης είναι «ρεζερβέ» από επαγγελματίες συνδικαλιστές και επαγγελματίες αντιδραστικούς. Ναι, όλοι θέλουμε να αντιδράσουμε, αλλά ποιος θα ήθελε να βρεθεί δίπλα σε παιδάκια που παίζουν πετώντας μανταρίνια στους αστυνομικούς δίνοντας τους κάθε αφορμή για βία, ή δίπλα σε άλλα παιδάκια που καίνε τράπεζες και ενίοτε τους εργαζομένους μέσα; Δίπλα στον Παναγόπουλο που θεωρεί ότι το να εμφανιστεί σε μια 24ωρη απεργία είναι η απάντηση για την εξαφάνιση 80 ετών κοινωνικών κατακτήσεων; Με την διαδικασία αντίδρασης καπελωμένη, δεν μπορεί να ξεσπάσει η κοινωνία, και τελικά κλείνεται σπίτι και περιμένει το μοιραίο.
(3)    Ο βασικότερος λόγος όμως που δεν αλλάζουμε είναι η απουσία οράματος. Γιατί να θέλει να αλλάξει κάποιος αν δεν ξέρει σε τι; Αν πιστεύει ότι όσο και να προσπαθήσει, θα δει πάλι το πρόσωπο του Βενιζέλου, ή του Σαμαρά να του λέει ότι απαιτούνται και άλλες θυσίες; Όταν οι θυσίες δύο ετών έχουν καταλήξει σε 30.000 άστεγους, παιδιά υποσιτισμένα, και ανθρώπους που τρώνε από τα σκουπίδια, η αδυναμία των πολιτικών να δώσουν κάποιο όραμα, γίνεται εμφανέστατη και μοιραία. Για πραγματική αλλαγή απαιτείται όραμα. Κάτι για το οποίο θα παλέψει κανείς. Ένα κράτος, ανεξαρτήτως νομίσματος, ισονομίας, με κάποια βασικά δικαιώματα κατοχυρωμένα, με τάξη ασφάλεια και παιδεία για να μεγαλώσουν τουλάχιστον τα παιδιά μας. Με πολιτισμό. Μια κυβέρνηση «από τους πολίτες, για τους πολίτες, με τους πολίτες» (Α.Λίνκολν).

Δεν αλλάζουμε γιατί η συζήτηση μένει στην επιβίωση και όχι στην πορεία και την ποιότητα της αλλαγής. Γιατί οι λίγοι δεν θέλουν αλλαγή, και οι πολλοί δεν τους εμπιστεύονται να μας αλλάξουν. Αλλά όσο δεν αλλάζουμε, τόσο απειλούμαστε με την μοίρα των δεινοσαύρων. Έλληνες… οι δεινόσαυροι του δυτικού πολιτισμού. Και έτσι έχουμε θάνατο αντί για Αναγέννηση.


Υ.Γ. Θα έγραφα με περισσότερα παραδείγματα, και περισσότερους συγγραφείς και πολιτικούς να μνημονεύσω (Βιτγκενστάιν, Καστοριάδης, Ελύτης, Καζαντζάκης, Γκάντι, Μαντέλα). Αλλά επειδή ο νόμος για τα πνευματικά δικαιώματα (ACTA) πλέον θα απαιτεί να έχω γραπτή συναίνεση για οτιδήποτε χρησιμοποιώ και είναι μικρότερο των 90 ετών, ο Σέξπηρ και ο Λίνκολν είναι ο,τι μου έμεινε… Ο πολιτισμός της αγοράς και της βίας, και όχι της ελευθερίας του πνεύματος, τι μέλλον μπορεί να έχει;